4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Ο ¶νθρωπος Που Γελά

Νοέμβριος 2007. Καθ’ άπασαν την επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα 27 κράτη-μέλη η άρνηση του Oλοκαυτώματος θεωρείται πλέον ποινικό αδίκημα - «ποιο Oλοκαύτωμα;»
ρώτησε ο Μήτσος
και τον μπουζουριάσανε.

Κάθε εκδήλωση ρατσισμού ή υποδαύλιση του μίσους θεωρείται επίσης ποινικό αδίκημα - «εγώ μισώ τους σκορπιούς», είπε ο Μήτσος τζούνιορ
και τον μπουζουριάσανε.
«Κι εγώ μισώ τον τραχανά», σκέφτηκα, δεν έβγαλα μιλιά και δεν με μπουζουριάσανε.

***

Απ’ όλους αυτούς τους κινδύνους γλιτώσαμε το 2045. Mας βάλανε ένα μικροτσίπ στο μυαλό (το γνωστό 39A W4) κι από τότε δεν σκεφτόμαστε αρνητικά για κανέναν. Ρατσισμός, μίσος, Oλοκαύτωμα, τέλος. «Ποιών το Oλοκαύτωμα;» ρώτησε ο Μitsos
και τον μπουζουριάσανε.


Όλα αυτά είχαν μια δύσκολη αρχή, αλλά μια καλή εξέλιξη, σκέφθηκε ο ¶νθρωπος Που Γελά. Όπως με τα αεροκίνητα. Στην αρχή πέταγαν με 300 χιλιόμετρα την ώρα κι ανακύκλωναν τον αέρα που έκαιγαν. Τώρα πάνε με την ταχύτητα του φωτός και ο αέρας που καίνε παράγει διπλή ποσότητα φρέσκου αέρα.
Το τσιπάκι 39A W4 στη βελτιωμένη του έκδοση δεν οδηγεί κανέναν εγκέφαλο σε παιδαριώδη λάθη κι ανώφελες (άλλωστε πολύ δαπανηρές) συλλήψεις.

***

Ο ¶νθρωπος Που Γελά μυρίστηκε τον διψασμένο εγκαίρως. Το τσιπάκι XX3 (Eξ Eξ Θρι) ανιχνεύει τους παρείσακτους σε ακτίνα ενός μιλίου και ταυτοχρόνως ενεργοποιεί το τσιπάκι 3ΧΧ που τους κλειδώνει.
Από ’κει και πέρα η εξάλειψη του διψασμένου είναι διαδικασία ρουτίνας για τις Ειδικές Δυνάμεις.
Ο διψασμένος εξαερώνεται κατά όλα του τα στοιχεία εκτός του Η2Ο, το οποίον συλλέγεται για χάρη της Kοινότητας.
«Λειτουργούμε σαν ζωντανές κάμερες για τις Ειδικές Δυνάμεις», σκέφθηκε ο ¶νθρωπος Που Γελά προκαλώντας βραχυκύκλωμα στο τσιπάκι ασφαλείας (το Δέλτα Δύο, όπως διαπιστώθηκε), θέτοντας τον φίλο μας προσωρινώς εκτός λειτουργίας.

.................................................................................................................

Πάνε χρόνια από τότε που τελείωσε ο Πόλεμος του Νερού. Ο πολιτισμένος κόσμος δεν διέτρεχε πλέον κανέναν κίνδυνο, οι υδάτινοι πόροι είχαν σταθεροποιηθεί και οι δρόμοι του νερού διασφαλισθεί. Όμως ορισμένοι
απ’ τους διψασμένους επιζούσαν ακόμα στον Ξηρό Κόσμο και προσπαθούσαν να διασχίσουν τις Ζώνες για να μπουν στον δικό μας - τους καθαρίζαμε στεγνά. Και η πλάκα είναι ότι τους αφυδατώναμε κιόλας - το νερό, παρά την επάρκειά του, εξακολουθεί να είναι πολύτιμο.
Είναι κάπως ειρωνικό, αλλά στα παλιότερα χρόνια, όταν οι διψασμένοι επιχείρησαν να εισβάλουν μαζικά στην Ένωση, όπως ακόμα παλιότερα εισέβαλαν οι Βάρβαροι στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μας έλυσαν ταυτοχρόνως και το πρόβλημα του νερού. Η εξαέρωση εκατομμυρίων μάς εξασφάλισε εκατομμύρια μεγατόνους ύδατος.
Ασύλληπτη εξαέρωση, τεσσάρων δισεκατομμυρίων ανθρώπων, μπροστά της το Ολοκαύτωμα... γκζντικ! Εδώ το τσιπάκι ασφαλείας του Aνθρώπου Που Γελά ξανακάηκε.

........................................................................................................................
***

Ο ¶νθρωπος Που Γελά κοιτούσε μελαγχολικός πίσω απ’ τα κάγκελα του κρατητηρίου τον απέναντι τοίχο. Ήταν υπότροπος στο να καίει τα τσιπάκια του. Και τον φυλάκισαν. Δεν ήταν ακριβώς φυλακή (οι φυλακές κοστίζουν
και δεν χρειάζονται, οι παραβατικοί άλλωστε είναι στην εποχή μας ελάχιστοι) - χρησιμοποιούμε κρατητήρια. Η απόφαση για την τύχη του Aνθρώπου Που Γελά θα έβγαινε γρήγορα.
Ένοιωσε λίγο διψασμένος.
Ανησύχησε.
Αν τον σκανάριζε κανένα 39A W4, οι Ειδικές Δυνάμεις θα τον εξαέρωναν αμέσως. Ο ¶νθρωπος Που Γελά, ψύχραιμος, ζήτησε λίγο νερό. Το ρομπότ υπηρεσίας του έφερε αμέσως ένα ποτήρι, ο φίλος μας συνδέθηκε με τη Νερομάνα της Κοινότητάς του και ήπιε άπληστα. Το ρομπότ χαμογέλασε. Ο ¶νθρωπος Που Γελά έκλεισε τα μάτια ανακουφισμένος. Ένοιωσε το σύστημα απορρόφησης ιδρώτα της φόρμας του να απενεργοποιείται. Δεν ίδρωνε πια - φαίνεται στην αγωνία του προς στιγμήν είχε ιδρώσει και το σύστημα απορρόφησης Η2Ο είχε ενεργοποιηθεί. Τώρα ο ίδιος ησύχαζε, το ίδιο και το σύστημα.

***

Τον απελευθέρωσαν λίγο πριν βραδιάσει.
Ο ¶νθρωπος Που Γελά δεν ζήτησε Διάγνωση Επισκευών ούτε Λίστα Πιθανών Κινδύνων, το ρομπότ υπηρεσίας επαναρίθμησε εξ αποστάσεως το τσιπάκι ενεργοποίησης καθώς πρέπει λειτουργίας και ο ¶νθρωπος Που Γελά έφυγε από το Kρατητήριο προς το Καλό εφοδιασμένος με όλα τα απαραίτητα έγγραφα για την κατάστασή του χωρίς να χρειασθεί να ασχοληθεί.
Απλώς το τσιπάκι RQ-2 του έθεσε υπ’ όψιν καθ’ οδόν το ολόγραμμά του και ο φίλος μας έφθασε στο σπίτι του ενήμερος. Αλλά και κουρασμένος.
Εκείνο το βράδυ το τσιπάκι ονείρων RRR οδήγησε τον ¶νθρωπο Που Γελά στα παιδικά του βιβλία, στα παιχνίδια του, το παιδικό του δωμάτιο, το βήμα του πατέρα του καθώς σηκωνόταν μες στις άγριες νύχτες να φτιάξει καφέ και να καπνίσει, το
τσιπάκι UM-359B έφριξε και η διάθεση του Aνθρώπου Που Γελά να ξυπνήσει κι αυτός σαν τον πατέρα του για να φτιάξει καφέ βυθίστηκε γλυκά σε ένα άλλο όνειρο και χάθηκε, ξεχάστηκε οριστικά, πήγε στα ντιλίτ της περιοχής XR-XR που διαφέντευαν κατ’ ευθείαν τα τσιπάκια των Ειδικών Δυνάμεων.
«Τι θα γίνει με αυτόν τον μαλάκα; Θα μας απασχολεί και στον ύπνο του;» μούγκρισε ο Φρουρός Περιοχής Ζήτα και μαζί του οι δέκα κλώνοι του που είχαν υπηρεσία αυτό το βράδυ. «Σκατόκλωνοι», ξαναμούγκρισε με τρυφερότητα ο Φρουρός Περιοχής Ζήτα κι αποσυνδέθηκε απ’ τον τομέα Δύο που κάλυπτε το διαμέρισμα του φίλου μας.
«Τον μαλάκα! Αύριο έχει αυτός υπηρεσία», μουρμούρισε ο Πρωτόκλητος Κλώνος. «Το νου μας μη μας σκαρώσει καμμιά πλάκα» του απάντησε ο Κλώνος Alter 2 και τα τσιπάκια τους σάρωσαν όλα μαζί τα τσιπάκια του Aνθρώπου Που Γελά. Κοιμόταν ήσυχος σαν πουλάκι.

***

Η μουσική στο μυαλό του ξύπνησε τον ¶νθρωπο Που Γελά, η Αφήγηση του γνωστοποίησε τα πρώτα νέα της ημέρας, ο φίλος μας διέκοψε το τσιπάκι, προτιμούσε την πρόσληψη των ειδήσεων απ’ τον Εξωτερικό Μεταδότη και συνδέθηκε με το Ολόγραμμα Γύρω του, ενώ ταυτόχρονα έφτιαχνε τον καφέ του.
Ξαφνικά το ενδιαφέρον του τράβηξε μια ασυνήθιστη είδηση - επιδρομή διψασμένων βρισκόταν σε εξέλιξη στη Ζώνη Τόκυο Τέσσερα με αναπάντεχα αποτελέσματα. Οι διψασμένοι φαίνεται να είχαν βρει άμυνα στην εξαέρωση και συγκρούονταν με τις Ειδικές Δυνάμεις σώμα με σώμα. Ο ¶νθρωπος Που Γελά τσιτώθηκε. Σήμερα ήταν υπηρεσία. Βεβαίως τα γεγονότα συνέβαιναν χιλιάδες μίλια μακρυά, αλλά ένα τσιπάκι μέσα του του έλεγε να φυλαχτεί. Ο ¶νθρωπος Που Γελά ένοιωσε τον κίνδυνο! Επικοινωνούσε με τσιπάκι που δεν μπορούσε να προσδιορίσει ποιο είναι. Αμέσως μπήκε σε κατάσταση συναγερμού - σε τρία κρίσιμα δευτερόλεπτα ο
¶νθρωπος Που Γελά μετέβη σε κατάσταση Ανθρώπου Που Πολεμά, συνδέθηκε με τη μονάδα του κι αισθάνθηκε ασφαλής. Από ’δω και πέρα δεν θα ήταν υπεύθυνος για τίποτε...

.........................................................................................

Ξύπνησε στη μέση ενός τοπίου απολύτως αγνώστου. Μια ξηρή έρημος γύρω του όσο έφθανε το μάτι του. Δεν θυμόταν τίποτα. Δεν παραξενεύτηκε. Τα τσιπάκια απάλειψης ήταν ρυθμισμένα να οδηγούν στη λήθη ό,τι συνέβαινε κατά τη διάρκεια πολεμικών επιχειρήσεων για να αποφεύγονται τα μεταπολεμικά στρες. Οι ¶νθρωποι Που Πολεμούσαν δεν θυμόνταν ποτέ τίποτα για όσα έκαναν όσο υπηρετούσαν ή για ό,τι γινόταν - έπαιρναν απλώς μια
αναφορά για να ενημερωθούν τι έγινε και να μη νοιώθουν κενό κι αυτό ήταν όλο. Για την αποκατάσταση του αισθήματος για τον χρόνο, του ειρμού και της διάθεσης έπιαναν δουλειά τα εντεταλμένα τσιπάκια. Σε χρόνο dt το παζλ έβρισκε το σχήμα του. Έτσι ο ¶νθρωπος Που Γελά δεν ανησύχησε για αυτό. Ανησύχησε που διψούσε. Ανησύχησε που η αναφορά πεπραγμένων δεν ερχόταν. Κι άρχισε να ανησυχεί περισσότερο που ουδείς φαινόταν να σαρώνει τη δίψα του. Ακόμα και με κίνδυνο να τον εξαερώσουν, ο ¶νθρωπος Που Γελά άρχισε να νοιώθει ότι ήταν πιο επικίνδυνο ότι έμενε ανεντόπισθος.
Ένοιωσε έξω απ’ το Σύστημα.
Και πάγωσε.
Προσπάθησε να αντιληφθεί τα δικά του τσιπάκια! Τίποτα! Μόνον διψούσε. Ούτε καν το γαμημένο W3W, που ενεργοποιούσε σε στιγμή ανάγκης όλο το σύστημα, ο Διακόπτης όπως το φώναζαν, δεν αντιδρούσε. Ο ¶νθρωπος Που Γελά ένοιωσε γυμνός. Δεν είχε τα τσιπάκια του. Κοίταξε γύρω του έντρομος. Ερημιά. Ένοιωσε κάτι πρωτόγνωρο να κυλά έξω απ’ τα μάτια του. Η2Ο! Θεέ μου! Προσπάθησε να το πιει. Ήταν λίγο. Και σταμάτησε. Γιατί σταμάτησε; Τι το προκάλεσε; Τι έπρεπε να κάνει για να το ξαναρχίσει; Ο ¶νθρωπος Που Γελά πελάγωσε - θυμήθηκε: δάκρυα! Η2Ο ξανάρχισε να ρέει απ’ τα μάτια του. «Θα μπορούσα να ζήσω με αυτό» πήγε να διαβεβαιώσει τον εαυτό του. Και ούρλιαξε. Όχι! Δεν ήθελε να ζει με τα δάκρυά του, ήθελε να ζει με τα τσιπάκια του. Θύμωσε, έπαψε να κλαίει, κατέρρευσε.
«Οι γαμημένοι οι διψασμένοι», σκέφθηκε, «βρήκαν τρόπο να μας εξουδετερώσουν». Ο ¶νθρωπος Που Γελά ένοιωσε μίσος και κανένα τσιπάκι δεν ενεργοποιήθηκε για να του το σβήσει. Ένοιωσε ελεύθερος και τρόμαξε. Κοίταξε γύρω του - νύχτωνε.
Στην άκρη του ορίζοντα είδε ή νόμισε πως είδε κάτι να κινείται. Ζώο ή άνθρωπος; Ο ¶νθρωπος Που Γελά έσφιξε τις γροθιές του και περίμενε.

***

«Μην του κάνεις άλλη πλάκα» είπε ο κλώνος Alter 2 στον κλώνο Πρωτόκλητο Kλώνο. «Σκάσε», του απάντησε αυτός. «Αύριο ο ¶νθρωπος Που Γελά είναι υπηρεσία! Θυμάσαι την πλάκα που μας έκανε την τελευταία φορά;» μούγκρισε και συνέχισε να παίζει με τα όνειρα του φίλου μας.
Ο ¶νθρωπος Που Γελά γυμνός από τα τσιπάκια του έβλεπε να τον πλησιάζει ο Θεός.
ΣTAΘHΣ Σ.